Διόρθωση εκτροπίου κάτω βλεφάρου

Εκτρόπιο είναι η κατάσταση κατά την οποία το κάτω βλέφαρο εκστρέφεται εκθέτοντας τον επιπεφυκότα του βλεφάρου προκαλώντας ερεθισμό τόσο στο βλέφαρο όσο και στον οφθαλμό.

Τα κύρια συμπτώματα του εκτροπίου είναι αίσθημα καύσου στον οφθαλμό, ξηρότητα, λιμνάζοντα δάκρυα, τραχύτητα. Μπορεί να αφορά τμήμα του βλεφάρου ή και όλο το μήκος του. Χρήζει αντιμετώπισης με τεχνητά δάκρυα μέχρι να αποκατασταθεί με επέμβαση.

Το εκτρόπιο μπορεί να προκληθεί από μυϊκή αδυναμία λόγω γήρανσης, παράλυση του προσωπικού νεύρου, ουλοποίηση, νεόπλασμα της περιοχής που με τη βαρύτητα “τραβάει” το βλέφαρο κάτω, προηγηθείσα επέμβαση, ακτινοβολία ή αισθητική θεραπεία, συγγενώς (να γεννηθεί κάποιος με αυτό) και λόγω δράσης κάποιων φαρμάκων.

Η επέμβαση

Ακολουθείται η τεχνική Kunht-Szymanowski για το γεροντικό και το συγγενές εκτρόπιο, ενώ σε περιπτώσεις που το εκτρόπιο οφείλεται σε τραυματισμό, ουλοποίηση, έγκαυμα, προτιμάται η αποκατάσταση με μόσχευμα ολικού πάχους δέρματος από το αντίστοιχο άνω βλέφαρο ή την οπισθωτιαία χώρα.

Μετά την επέμβαση

Αν έχει χρησιμοποιηθεί δερματικό μόσχευμα, αυτό παραμένει καθηλωμένο με μια γάζα στο βλέφαρο για 5 ημέρες. Μπορείτε να βγείτε από το νοσοκομείο την επόμενη της επέμβασης. Ο πόνος είναι μέτριος και πιο αντιληπτός σαν “βάρος” στο μάτι και ανταποκρίνεται σε κοινά παυσίπονα. Η χρήση οφθαλμικής αλοιφής είναι απαραίτητη για διάστημα 2 περίπου εβδομάδων. Τα ράμματα αφαιρούνται μετά από μια εβδομάδα.

Επιπλοκές

Υποδιόρθωση ή υπερδιόρθωση σε βαθμό που να απαιτεί επανεπέμβαση θεωρείται πολύ σπάνια επιπλοκή. Συχνά στο γεροντικό εκτρόπιο μπορεί να συμβεί υποτροπή καθώς επίσης και καθυστέρηση ύφεσης των προ χειρουργείου συμπτωμάτων. Στην περίπτωση αποκατάστασης με ολικού πάχους δερματικό μόσχευμα η συνηθέστερη επιπλοκή είναι η μερική απόρριψη του μοσχεύματος που κυμαίνεται διεθνώς σε ποσοστό 2-30%. Επίσης, τα ολικού πάχους δερματικά μοσχεύματα υφίστανται ρίκνωση ως και 20% της ολικής τους επιφάνειας.